Κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα εκδηλώθηκε ένα ρεύμα εκσυγχρονισμού του οικισμένου χώρου, πρώτα και κύρια στις πόλεις, με αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, δημόσια έργα (ύδρευσης, αποχέτευσης κ.ά.) και εντολές /οδηγίες περί εκκαθάρισης του περιβάλλοντος χώρου από κάθε λογής ρύπους, κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά το φαινόμενο, διαδεδομένο στον δυτικοευρωπαϊκό αλλά και στον ελλαδικό χώρο, συνδέθηκε μεν επί χρόνια με υγειονομικού ενδιαφέροντος περιβαλλοντικές βελτιώσεις, έστω προσχηματικώς, αλλά στην ουσία λειτούργησε και λειτουργεί, ακόμη και σήμερα, ως ένας βασικός μοχλός κοινωνικού ελέγχου, εκτοπίζοντας από την κοινωνία, αδιακρίτως, τους φορείς ρυπαρότητας, κοντολογίς τα κατώτατα κοινωνικά στρώματα και λοιπούς απόβλητους [ήτοι: από τα εξοβελιστέα νοσολογικά μιάσματα ο στόχος διευρύνθηκε, αλλά και μετατέθηκε, προς τα κοινωνικά "μιάσματα" γενικώς]. Σε αυτό το πλαίσιο οικοδομήθηκαν δύο από τα μεγαλύτερα λεπροκομεία στον ελλαδικό χώρο: αυτό της Σάμου και αργότερα της Σπιναλόγκας
Στη Σάμο, για μία μακρά περίοδο, οι λεπροί (σύνολο 43 άτομα, τα πέντε από την Ικαρία, σύμφωνα με ένα τεκμήριο) εγκαθίσταντο σε πρόχειρες καλύβες, γνωστές ως Λουβιάρικα, στα όρια εκάστου οικισμού, ενώ ορισμένοι από αυτούς κατέφευγαν στις μονές Αγίας Ζώνης και Ζωοδόχου Πηγής. Εκτός τούτων όμως, κάποιοι άλλοι απέφευγαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, με διάφορα προσχήματα, προκαλώντας τον τρόμο (φοβούμενοι το ενδεχόμενο μετάδοσης) αλλά και την οργή των περιοίκων, οι τελευταίοι μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις προχωρούσαν σε καταγγελίες προς τις αρχές, καταδίδοντας τους συγκεκριμένους ασθενείς, τους οποίους και περιέγραφαν με ετεροφοβικές μάλλον εκφράσεις. Εν συνεχεία, το 1861 άρχισε η συζήτηση στην ηγεμονική βουλή περί οικοδόμησης λεπροκομείου, με θετικές προθέσεις των βουλευτών, αλλά αυτό αποφασίσθηκε αργότερα, το 1866, ενώ οι οικοδομικές εργασίες άρχισαν το 1887, στη θέση Παναγίτσα στο Νέο Καρλόβασι, και ολοκληρώθηκαν το 1890, τα εγκαίνια τελέστηκαν την Κυριακή 12 Ιουνίου 1896.
Το λεπροκομείο Σπιναλόγκας, προϊόν παλαιοτέρων αιτημάτων, από τον 19ο ήδη αιώνα, οικοδομήθηκε τελικώς το 1903, συγκεντρώνοντας τους διασπαρμένους σε διάφορα σημεία (και μικρά - τοπικά λεπροκομεία, τις μεσκινιές) λεπρούς της Κρήτης. Αρχικά η Σπιναλόγκα θεωρήθηκε ακατάλληλη για την εγκατάσταση λεπρών, δεδομένου ότι παρουσίαζε σοβαρές ελλείψεις, ακόμη και σε νερό, αλλά για την τελική επιλογή φαίνεται ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο δύο άλλοι παράλληλοι στόχοι: αφενός η φυσική παρεμπόδιση τυχόν απόδρασης ασθενών από τη νησίδα (μολονότι αυτό δεν απεφεύχθη, σε πολλές περιπτώσεις) και αφετέρου η αποβολή, εμμέσως αλλά και εκ των πραγμάτων, των μουσουλμάνων (από την οθωμανική εποχή) κατοίκων της Σπιναλόγκας. Πάντως, καθ' όλο το διάστημα που λειτούργησε το λεπροκομείο, μέχρι το 1957, διατήρησε περισσότερο τον χαρακτήρα απομονωτηρίου/κρατητηρίου (θα λέγαμε φυλακής) παρά νοσοκομείου.
Κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα εκδηλώθηκε ένα ρεύμα εκσυγχρονισμού του οικισμένου χώρου, πρώτα και κύρια στις πόλεις, με αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, δημόσια έργα (ύδρευσης, αποχέτευσης κ.ά.) και εντολές /οδηγίες περί εκκαθάρισης του περιβάλλοντος χώρου από κάθε λογής ρύπους, κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά το φαινόμενο, διαδεδομένο στον δυτικοευρωπαϊκό αλλά και στον ελλαδικό χώρο, συνδέθηκε μεν επί χρόνια με υγειονομικού ενδιαφέροντος περιβαλλοντικές βελτιώσεις, έστω προσχηματικώς, αλλά στην ουσία λειτούργησε και λειτουργεί, ακόμη και σήμερα, ως ένας βασικός μοχλός κοινωνικού ελέγχου, εκτοπίζοντας από την κοινωνία, αδιακρίτως, τους φορείς ρυπαρότητας, κοντολογίς τα κατώτατα κοινωνικά στρώματα και λοιπούς απόβλητους [ήτοι: από τα εξοβελιστέα νοσολογικά μιάσματα ο στόχος διευρύνθηκε, αλλά και μετατέθηκε, προς τα κοινωνικά "μιάσματα" γενικώς]. Σε αυτό το πλαίσιο οικοδομήθηκαν δύο από τα μεγαλύτερα λεπροκομεία στον ελλαδικό χώρο: αυτό της Σάμου και αργότερα της Σπιναλόγκας
Στη Σάμο, για μία μακρά περίοδο, οι λεπροί (σύνολο 43 άτομα, τα πέντε από την Ικαρία, σύμφωνα με ένα τεκμήριο) εγκαθίσταντο σε πρόχειρες καλύβες, γνωστές ως Λουβιάρικα, στα όρια εκάστου οικισμού, ενώ ορισμένοι από αυτούς κατέφευγαν στις μονές Αγίας Ζώνης και Ζωοδόχου Πηγής. Εκτός τούτων όμως, κάποιοι άλλοι απέφευγαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, με διάφορα προσχήματα, προκαλώντας τον τρόμο (φοβούμενοι το ενδεχόμενο μετάδοσης) αλλά και την οργή των περιοίκων, οι τελευταίοι μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις προχωρούσαν σε καταγγελίες προς τις αρχές, καταδίδοντας τους συγκεκριμένους ασθενείς, τους οποίους και περιέγραφαν με ετεροφοβικές μάλλον εκφράσεις. Εν συνεχεία, το 1861 άρχισε η συζήτηση στην ηγεμονική βουλή περί οικοδόμησης λεπροκομείου, με θετικές προθέσεις των βουλευτών, αλλά αυτό αποφασίσθηκε αργότερα, το 1866, ενώ οι οικοδομικές εργασίες άρχισαν το 1887, στη θέση Παναγίτσα στο Νέο Καρλόβασι, και ολοκληρώθηκαν το 1890, τα εγκαίνια τελέστηκαν την Κυριακή 12 Ιουνίου 1896.
Το λεπροκομείο Σπιναλόγκας, προϊόν παλαιοτέρων αιτημάτων, από τον 19ο ήδη αιώνα, οικοδομήθηκε τελικώς το 1903, συγκεντρώνοντας τους διασπαρμένους σε διάφορα σημεία (και μικρά - τοπικά λεπροκομεία, τις μεσκινιές) λεπρούς της Κρήτης. Αρχικά η Σπιναλόγκα θεωρήθηκε ακατάλληλη για την εγκατάσταση λεπρών, δεδομένου ότι παρουσίαζε σοβαρές ελλείψεις, ακόμη και σε νερό, αλλά για την τελική επιλογή φαίνεται ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο δύο άλλοι παράλληλοι στόχοι: αφενός η φυσική παρεμπόδιση τυχόν απόδρασης ασθενών από τη νησίδα (μολονότι αυτό δεν απεφεύχθη, σε πολλές περιπτώσεις) και αφετέρου η αποβολή, εμμέσως αλλά και εκ των πραγμάτων, των μουσουλμάνων (από την οθωμανική εποχή) κατοίκων της Σπιναλόγκας. Πάντως, καθ' όλο το διάστημα που λειτούργησε το λεπροκομείο, μέχρι το 1957, διατήρησε περισσότερο τον χαρακτήρα απομονωτηρίου/κρατητηρίου (θα λέγαμε φυλακής) παρά νοσοκομείου.
Η ΛΕΠΡΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟBKS.0074137BKS.0074137ΚΟΜΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣΚΟΜΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣΙΣΤΟΡΙΚΑΚατηγορία: ΙΣΤΟΡΙΚΑ •ΚΟΜΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ στην κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΚΑ ISBN: 978-960-02-3011-6 Συγγραφέας: ΚΟΜΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Εκδοτικός οίκος: ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ Σελίδες: 496 Διαστάσεις: 17Χ24 Ημερομηνία Έκδοσης: Μάιος 2014 ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ (19ος-20ος ΑΙΩΝΑΣ) Κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα εκδηλώθηκε ένα ρεύμα εκσυγχρονισμού του οικισμένου χώρου, πρώτα και κύρια στις πόλεις, με αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, δημόσια έργα (ύδρευσης, αποχέτευσης κ.ά.) και εντολές /οδηγίες περί εκκαθάρισης του περιβάλλοντος χώρου από κάθε λογής ρύπους, κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά το φαινόμενο, διαδεδομένο στον δυτικοευρωπαϊκό αλλά και στον ελλαδικό χώρο, συνδέθηκε μεν επί χρόνια με υγειονομικού ενδιαφέροντος περιβαλλοντικές βελτιώσεις, έστω προσχηματικώς, αλλά στην ουσία λειτούργησε και λειτουργεί, ακόμη και σήμερα, ως ένας βασικός μοχλός κοινωνικού ελέγχου, εκτοπίζοντας από την κοινωνία, αδιακρίτως, τους φορείς ρυπαρότητας, κοντολογίς τα κατώτατα κοινωνικά στρώματα και λοιπούς απόβλητους [ήτοι: από τα εξοβελιστέα νοσολογικά μιάσματα ο στόχος διευρύνθηκε, αλλά και μετατέθηκε, προς τα κοινωνικά "μιάσματα" γενικώς]. Σε αυτό το πλαίσιο οικοδομήθηκαν δύο από τα μεγαλύτερα λεπροκομεία στον ελλαδικό χώρο: αυτό της Σάμου και αργότερα της Σπιναλόγκας Στη Σάμο, για μία μακρά περίοδο, οι λεπροί (σύνολο 43 άτομα, τα πέντε από την Ικαρία, σύμφωνα με ένα τεκμήριο) εγκαθίσταντο σε πρόχειρες καλύβες, γνωστές ως Λουβιάρικα, στα όρια εκάστου οικισμού, ενώ ορισμένοι από αυτούς κατέφευγαν στις μονές Αγίας Ζώνης και Ζωοδόχου Πηγής. Εκτός τούτων όμως, κάποιοι άλλοι απέφευγαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, με διάφορα προσχήματα, προκαλώντας τον τρόμο (φοβούμενοι το ενδεχόμενο μετάδοσης) αλλά και την οργή των περιοίκων, οι τελευταίοι μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις προχωρούσαν σε καταγγελίες προς τις αρχές, καταδίδοντας τους συγκεκριμένους ασθενείς, τους οποίους και περιέγραφαν με ετεροφοβικές μάλλον εκφράσεις. Εν συνεχεία, το 1861 άρχισε η συζήτηση στην ηγεμονική βουλή περί οικοδόμησης λεπροκομείου, με θετικές προθέσεις των βουλευτών, αλλά αυτό αποφασίσθηκε αργότερα, το 1866, ενώ οι οικοδομικές εργασίες άρχισαν το 1887, στη θέση Παναγίτσα στο Νέο Καρλόβασι, και ολοκληρώθηκαν το 1890, τα εγκαίνια τελέστηκαν την Κυριακή 12 Ιουνίου 1896. Το λεπροκομείο Σπιναλόγκας, προϊόν παλαιοτέρων αιτημάτων, από τον 19ο ήδη αιώνα, οικοδομήθηκε τελικώς το 1903, συγκεντρώνοντας τους διασπαρμένους σε διάφορα σημεία (και μικρά - τοπικά λεπροκομεία, τις μεσκινιές) λεπρούς της Κρήτης. Αρχικά η Σπιναλόγκα θεωρήθηκε ακατάλληλη για την εγκατάσταση λεπρών, δεδομένου ότι παρουσίαζε σοβαρές ελλείψεις, ακόμη και σε νερό, αλλά για την τελική επιλογή φαίνεται ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο δύο άλλοι παράλληλοι στόχοι: αφενός η φυσική παρεμπόδιση τυχόν απόδρασης ασθενών από τη νησίδα (μολονότι αυτό δεν απεφεύχθη, σε πολλές περιπτώσεις) και αφετέρου η αποβολή, εμμέσως αλλά και εκ των πραγμάτων, των μουσουλμάνων (από την οθωμανική εποχή) κατοίκων της Σπιναλόγκας. Πάντως, καθ' όλο το διάστημα που λειτούργησε το λεπροκομείο, μέχρι το 1957, διατήρησε περισσότερο τον χαρακτήρα απομονωτηρίου/κρατητηρίου (θα λέγαμε φυλακής) παρά νοσοκομείου. Η ΛΕΠΡΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση