Δεν είμαι εγώ μαλαματένιο άτι η τρίχα μου δεν γυάλιζε ποτέ ούτε σε μονοπάτια ανθισμένα ποτέ βοσκούσα ούτε σε γιαλούς όμορφα κυματιστούς ποτέ μου κάλπαζα Είμαι βουνού παιδί, γεννήθηκα μια νύχτα αφέγγαρη, στην πίσσα, στο σκοτάδι δίπλα σε λύκων σύναξη κι ανάμεσα σε οπλές θυμωμένων προγόνων. Δεν θα φορέσω ποτέ σαμάρι, σέλα, καπίστρι κανείς ποτέ δεν θα με σιμώσει τόσο. το που γέρνει η χαίτη μου μόνο ο βοριάς ορίζει και που η καρδιά μου χαίρεται, σκιρτά, πτερώνει κανείς ποτέ δεν έμαθε, γιατί η καρδιά μου είναι σε ερτζιανά που ακούν τα βράχια, οι πηγές, οι ομίχλες και το ξεψυχισμένο ρυάκι του στερνού μαγιάτικου χιονιά. Μπορείτε να με ζωγραφίζετε, να με φωτογραφίζετε γύψινο ή πέτρινο άγαλμα να με κάνετε στα σαλόνια. Μπορείτε να με βάζετε σε σημαίες, σαλόνια και πεζόδρομους με σέλφι Όμως, έτσι, αυθεντικό Με λερωμένη τρίχα, μπερδεψιές μεντελικές χρωμάτων με βλέμμα θολό και τρομαγμένο πεινασμένο ενίοτε, διψασμένο ίσως μπόι φτωχό, καλύτερα και με προσωρινά κουτσό το πίσω δεξιά πόδι. Κουτσό από λύκου σαλτάρισμα μια νύχτα αποκριάς, που εσείς γλεντούσατε την άνοιξη και γω γλεντούσα τον θάνατο, σπάζοντας σαγόνια λύκων. Τι με κοιτάς ακόμη... οι σκλάβοι , οι από την γέννα σκλάβοι μιλάνε την γλώσσα των αφεντικών τους και η δική μου γλώσσα είναι αδούλωτη γιατί τα βράχια, τα βρύα και το ξεψυχισμένο ρυάκι του στερνού μαγιάτικου χιονιά δεν μιλάνε, ουρλιάζουν και τους ακούνε μόνο οι μαθημένοι στο ούτε, στο όχι, στο δεν.
Δεν είμαι εγώ μαλαματένιο άτι η τρίχα μου δεν γυάλιζε ποτέ ούτε σε μονοπάτια ανθισμένα ποτέ βοσκούσα ούτε σε γιαλούς όμορφα κυματιστούς ποτέ μου κάλπαζα Είμαι βουνού παιδί, γεννήθηκα μια νύχτα αφέγγαρη, στην πίσσα, στο σκοτάδι δίπλα σε λύκων σύναξη κι ανάμεσα σε οπλές θυμωμένων προγόνων. Δεν θα φορέσω ποτέ σαμάρι, σέλα, καπίστρι κανείς ποτέ δεν θα με σιμώσει τόσο. το που γέρνει η χαίτη μου μόνο ο βοριάς ορίζει και που η καρδιά μου χαίρεται, σκιρτά, πτερώνει κανείς ποτέ δεν έμαθε, γιατί η καρδιά μου είναι σε ερτζιανά που ακούν τα βράχια, οι πηγές, οι ομίχλες και το ξεψυχισμένο ρυάκι του στερνού μαγιάτικου χιονιά. Μπορείτε να με ζωγραφίζετε, να με φωτογραφίζετε γύψινο ή πέτρινο άγαλμα να με κάνετε στα σαλόνια. Μπορείτε να με βάζετε σε σημαίες, σαλόνια και πεζόδρομους με σέλφι Όμως, έτσι, αυθεντικό Με λερωμένη τρίχα, μπερδεψιές μεντελικές χρωμάτων με βλέμμα θολό και τρομαγμένο πεινασμένο ενίοτε, διψασμένο ίσως μπόι φτωχό, καλύτερα και με προσωρινά κουτσό το πίσω δεξιά πόδι. Κουτσό από λύκου σαλτάρισμα μια νύχτα αποκριάς, που εσείς γλεντούσατε την άνοιξη και γω γλεντούσα τον θάνατο, σπάζοντας σαγόνια λύκων. Τι με κοιτάς ακόμη... οι σκλάβοι , οι από την γέννα σκλάβοι μιλάνε την γλώσσα των αφεντικών τους και η δική μου γλώσσα είναι αδούλωτη γιατί τα βράχια, τα βρύα και το ξεψυχισμένο ρυάκι του στερνού μαγιάτικου χιονιά δεν μιλάνε, ουρλιάζουν και τους ακούνε μόνο οι μαθημένοι στο ούτε, στο όχι, στο δεν.
ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗBKS.0183023BKS.0183023ΔΗΜΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣΔΗΜΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣΠΟΙΗΣΗΚατηγορία: ΠΟΙΗΣΗ •ΔΗΜΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ στην κατηγορία ΠΟΙΗΣΗ ISBN: 978-618-5216-25-2 Συγγραφέας: ΔΗΜΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ Εκδοτικός οίκος: OWNBOOK Σελίδες: 142 Διαστάσεις: 14Χ21 Ημερομηνία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2017 Eλευθερία Δεν είμαι εγώ μαλαματένιο άτι η τρίχα μου δεν γυάλιζε ποτέ ούτε σε μονοπάτια ανθισμένα ποτέ βοσκούσα ούτε σε γιαλούς όμορφα κυματιστούς ποτέ μου κάλπαζα Είμαι βουνού παιδί, γεννήθηκα μια νύχτα αφέγγαρη, στην πίσσα, στο σκοτάδι δίπλα σε λύκων σύναξη κι ανάμεσα σε οπλές θυμωμένων προγόνων. Δεν θα φορέσω ποτέ σαμάρι, σέλα, καπίστρι κανείς ποτέ δεν θα με σιμώσει τόσο. το που γέρνει η χαίτη μου μόνο ο βοριάς ορίζει και που η καρδιά μου χαίρεται, σκιρτά, πτερώνει κανείς ποτέ δεν έμαθε, γιατί η καρδιά μου είναι σε ερτζιανά που ακούν τα βράχια, οι πηγές, οι ομίχλες και το ξεψυχισμένο ρυάκι του στερνού μαγιάτικου χιονιά. Μπορείτε να με ζωγραφίζετε, να με φωτογραφίζετε γύψινο ή πέτρινο άγαλμα να με κάνετε στα σαλόνια. Μπορείτε να με βάζετε σε σημαίες, σαλόνια και πεζόδρομους με σέλφι Όμως, έτσι, αυθεντικό Με λερωμένη τρίχα, μπερδεψιές μεντελικές χρωμάτων με βλέμμα θολό και τρομαγμένο πεινασμένο ενίοτε, διψασμένο ίσως μπόι φτωχό, καλύτερα και με προσωρινά κουτσό το πίσω δεξιά πόδι. Κουτσό από λύκου σαλτάρισμα μια νύχτα αποκριάς, που εσείς γλεντούσατε την άνοιξη και γω γλεντούσα τον θάνατο, σπάζοντας σαγόνια λύκων. Τι με κοιτάς ακόμη... οι σκλάβοι , οι από την γέννα σκλάβοι μιλάνε την γλώσσα των αφεντικών τους και η δική μου γλώσσα είναι αδούλωτη γιατί τα βράχια, τα βρύα και το ξεψυχισμένο ρυάκι του στερνού μαγιάτικου χιονιά δεν μιλάνε, ουρλιάζουν και τους ακούνε μόνο οι μαθημένοι στο ούτε, στο όχι, στο δεν. ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση