«Τίποτα, πράγματι! Το τίποτα ήταν αληθινά ανείπωτο. Καθώς το καμιόνι ξεκίνησε σηκώνοντας ένα σύννεφο από κόκκινο χώμα πίσω του που έπνιξε στον βήχα τον φρουρό με το παιδικό πρόσωπο, είδαμε τον διοικητή να απομακρύνεται και τον ανιχνευτή Χμονγκ, τον φιλοσοφημένο γιατρό, και τον μαύρο πεζοναύτη να σκεπάζουν τα μάτια τους. Μετά στρίψαμε σε μια γωνία, και το στρατόπεδο χάθηκε από τα μάτια μας. Όταν ρωτήσαμε τον Μπον για τους άλλους συντρόφους μας, αυτός μας είπε ότι ο αγρότης από το Λάος είχε χαθεί στο ποτάμι, στην προσπάθειά του να ξεφύγει, ενώ ο ακόμα πιο μαύρος πεζοναύτης πέθανε από αιμορραγία όταν μια νάρκη του τίναξε τα πόδια στον αέρα. Στην αρχή μείναμε σιωπηλοί καθώς ακούγαμε τα νέα. Για ποιον αγώνα, για ποιον σκοπό πέθαναν; Για ποιο λόγο είχαν πεθάνει εκατομμύρια άλλοι, συχνά παρά τη θέλησή τους, στον μεγάλο μας πόλεμο που έγινε για να ενώσουμε τη χώρα μας και να απελευθερωθούμε; Όπως αυτοί, έτσι κι εμείς είχαμε θυσιάσει τα πάντα, αλλά τουλάχιστον είχαμε ακόμη χιούμορ. Αν κανείς το σκεφτόταν αληθινά, από κάποια απόσταση, έστω με την πιο αμυδρή ειρωνεία, θα μπορούσε να γελάσει με το αστείο που παίχτηκε εις βάρος μας, εις βάρος εκείνων που τόσο πρόθυμα είχαν θυσιάσει εαυτούς και αλλήλους. Κι έτσι γελάσαμε και γελάσαμε και γελάσαμε, και όταν ο Μπον μας κοίταξε λες και είχαμε τρελαθεί και ρώτησε τι τρέχει μ' εμάς, σκουπίσαμε τα δάκρυα από τα μάτια μας και είπαμε, Τίποτα.»
«Τίποτα, πράγματι! Το τίποτα ήταν αληθινά ανείπωτο. Καθώς το καμιόνι ξεκίνησε σηκώνοντας ένα σύννεφο από κόκκινο χώμα πίσω του που έπνιξε στον βήχα τον φρουρό με το παιδικό πρόσωπο, είδαμε τον διοικητή να απομακρύνεται και τον ανιχνευτή Χμονγκ, τον φιλοσοφημένο γιατρό, και τον μαύρο πεζοναύτη να σκεπάζουν τα μάτια τους. Μετά στρίψαμε σε μια γωνία, και το στρατόπεδο χάθηκε από τα μάτια μας. Όταν ρωτήσαμε τον Μπον για τους άλλους συντρόφους μας, αυτός μας είπε ότι ο αγρότης από το Λάος είχε χαθεί στο ποτάμι, στην προσπάθειά του να ξεφύγει, ενώ ο ακόμα πιο μαύρος πεζοναύτης πέθανε από αιμορραγία όταν μια νάρκη του τίναξε τα πόδια στον αέρα. Στην αρχή μείναμε σιωπηλοί καθώς ακούγαμε τα νέα. Για ποιον αγώνα, για ποιον σκοπό πέθαναν; Για ποιο λόγο είχαν πεθάνει εκατομμύρια άλλοι, συχνά παρά τη θέλησή τους, στον μεγάλο μας πόλεμο που έγινε για να ενώσουμε τη χώρα μας και να απελευθερωθούμε; Όπως αυτοί, έτσι κι εμείς είχαμε θυσιάσει τα πάντα, αλλά τουλάχιστον είχαμε ακόμη χιούμορ. Αν κανείς το σκεφτόταν αληθινά, από κάποια απόσταση, έστω με την πιο αμυδρή ειρωνεία, θα μπορούσε να γελάσει με το αστείο που παίχτηκε εις βάρος μας, εις βάρος εκείνων που τόσο πρόθυμα είχαν θυσιάσει εαυτούς και αλλήλους. Κι έτσι γελάσαμε και γελάσαμε και γελάσαμε, και όταν ο Μπον μας κοίταξε λες και είχαμε τρελαθεί και ρώτησε τι τρέχει μ' εμάς, σκουπίσαμε τα δάκρυα από τα μάτια μας και είπαμε, Τίποτα.»
Ο ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΣBKS.0219000BKS.0219000NGUYEN VIET THANHNGUYEN VIET THANHΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΚατηγορία: ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ •NGUYEN VIET THANH στην κατηγορία ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ISBN: 978-618-5173-32-6 Συγγραφέας: NGUYEN VIET THANH Εκδοτικός οίκος: UTOPIA Μετάφραση: ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΚΑΡΟΣ Σελίδες: 652 Διαστάσεις: 14Χ20 Ημερομηνία Έκδοσης: Μάρτιος 2018 «Τίποτα, πράγματι! Το τίποτα ήταν αληθινά ανείπωτο. Καθώς το καμιόνι ξεκίνησε σηκώνοντας ένα σύννεφο από κόκκινο χώμα πίσω του που έπνιξε στον βήχα τον φρουρό με το παιδικό πρόσωπο, είδαμε τον διοικητή να απομακρύνεται και τον ανιχνευτή Χμονγκ, τον φιλοσοφημένο γιατρό, και τον μαύρο πεζοναύτη να σκεπάζουν τα μάτια τους. Μετά στρίψαμε σε μια γωνία, και το στρατόπεδο χάθηκε από τα μάτια μας. Όταν ρωτήσαμε τον Μπον για τους άλλους συντρόφους μας, αυτός μας είπε ότι ο αγρότης από το Λάος είχε χαθεί στο ποτάμι, στην προσπάθειά του να ξεφύγει, ενώ ο ακόμα πιο μαύρος πεζοναύτης πέθανε από αιμορραγία όταν μια νάρκη του τίναξε τα πόδια στον αέρα. Στην αρχή μείναμε σιωπηλοί καθώς ακούγαμε τα νέα. Για ποιον αγώνα, για ποιον σκοπό πέθαναν; Για ποιο λόγο είχαν πεθάνει εκατομμύρια άλλοι, συχνά παρά τη θέλησή τους, στον μεγάλο μας πόλεμο που έγινε για να ενώσουμε τη χώρα μας και να απελευθερωθούμε; Όπως αυτοί, έτσι κι εμείς είχαμε θυσιάσει τα πάντα, αλλά τουλάχιστον είχαμε ακόμη χιούμορ. Αν κανείς το σκεφτόταν αληθινά, από κάποια απόσταση, έστω με την πιο αμυδρή ειρωνεία, θα μπορούσε να γελάσει με το αστείο που παίχτηκε εις βάρος μας, εις βάρος εκείνων που τόσο πρόθυμα είχαν θυσιάσει εαυτούς και αλλήλους. Κι έτσι γελάσαμε και γελάσαμε και γελάσαμε, και όταν ο Μπον μας κοίταξε λες και είχαμε τρελαθεί και ρώτησε τι τρέχει μ' εμάς, σκουπίσαμε τα δάκρυα από τα μάτια μας και είπαμε, Τίποτα.» Ο ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΣ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση