Πάντα θα θυμάμαι αυτή την πόλη με πόνο και αγάπη. Την πόλη αυτή, που μέσα από τα εσώψυχά μου της χάρισα μιαν άνοιξη, και μου έδωσε ένα χειμώνα. Ένα χειμώνα πολύ βαρύ και δυσβάσταχτο. Από τη βεράντα του σπιτιού μου χαζεύω τον καταπράσινο κισσό, που γεμάτος έρωτα τυλίγει ασφυκτικά και λαίμαργα ολόκληρο το σπιτικό μου. Παίρνω χρώματα κι αρώματα από το σκούρο κυπαρισσί χρώμα του και ρουφώ αχόρταγα την αλμύρα που μου χαρίζει το βαθύ γαλάζιο του Αιγαίου. Ακριβώς κάτω από τα πόδια μου, στην κοψιά της θάλασσας με τη ξηρά, βλέπω την αιλουροειδή σιλουέτα μιας νέας κοπέλας, πανέμορφης και αξιολάτρευτης, με μια λουλουδάτη κοφίνα, να προσπαθεί να φτάσει στο καΐκι για να πάρει τη σοδιά της, την ψαριά της, τη θαλασσινή πραμάτεια της. Τώρα την βλέπω καθαρά, με ένα φθηνό τσιτάκι, πλουμιστό, κολλημένο στο αγαλματένιο σώμα της, γυμνή από τον αέρα και τη βροχή. Σηκώνει το κεφάλι της ψηλά και με ένα βλέμμα θολό και απλανές, ψάχνει ένα σύννεφο να την πάει ταξίδι μακρινό και απονήρευτο. Τα μαλλιά της λαμπυρίζουν από τον ήλιο, μπερδεμένα με φύκια, καβούρια και μύδια. Την λένε Μάγια και έχει μια μάνα τη Ψαρού. Δυο γυναίκες. Την μια την έφαγε η αλμύρα και η αγρίλα της θάλασσας. Την άλλη ο έρωτας, ο ανελέητος και καταστρεπτικός. Έπεσε με τα μούτρα πάνω της και την εξαφάνισε, την αποτελείωσε. Ένα τρίτο πρόσωπο μπαίνει στη ζωή τους και φέρνει την ανατροπή. Θα μπορέσει άραγε η Ερμίνα Κριεζή να φέρει την ισορροπία σε αυτόν τον ανεμοστρόβιλο των παθών;
Πάντα θα θυμάμαι αυτή την πόλη με πόνο και αγάπη. Την πόλη αυτή, που μέσα από τα εσώψυχά μου της χάρισα μιαν άνοιξη, και μου έδωσε ένα χειμώνα. Ένα χειμώνα πολύ βαρύ και δυσβάσταχτο. Από τη βεράντα του σπιτιού μου χαζεύω τον καταπράσινο κισσό, που γεμάτος έρωτα τυλίγει ασφυκτικά και λαίμαργα ολόκληρο το σπιτικό μου. Παίρνω χρώματα κι αρώματα από το σκούρο κυπαρισσί χρώμα του και ρουφώ αχόρταγα την αλμύρα που μου χαρίζει το βαθύ γαλάζιο του Αιγαίου. Ακριβώς κάτω από τα πόδια μου, στην κοψιά της θάλασσας με τη ξηρά, βλέπω την αιλουροειδή σιλουέτα μιας νέας κοπέλας, πανέμορφης και αξιολάτρευτης, με μια λουλουδάτη κοφίνα, να προσπαθεί να φτάσει στο καΐκι για να πάρει τη σοδιά της, την ψαριά της, τη θαλασσινή πραμάτεια της. Τώρα την βλέπω καθαρά, με ένα φθηνό τσιτάκι, πλουμιστό, κολλημένο στο αγαλματένιο σώμα της, γυμνή από τον αέρα και τη βροχή. Σηκώνει το κεφάλι της ψηλά και με ένα βλέμμα θολό και απλανές, ψάχνει ένα σύννεφο να την πάει ταξίδι μακρινό και απονήρευτο. Τα μαλλιά της λαμπυρίζουν από τον ήλιο, μπερδεμένα με φύκια, καβούρια και μύδια. Την λένε Μάγια και έχει μια μάνα τη Ψαρού. Δυο γυναίκες. Την μια την έφαγε η αλμύρα και η αγρίλα της θάλασσας. Την άλλη ο έρωτας, ο ανελέητος και καταστρεπτικός. Έπεσε με τα μούτρα πάνω της και την εξαφάνισε, την αποτελείωσε. Ένα τρίτο πρόσωπο μπαίνει στη ζωή τους και φέρνει την ανατροπή. Θα μπορέσει άραγε η Ερμίνα Κριεζή να φέρει την ισορροπία σε αυτόν τον ανεμοστρόβιλο των παθών;
ΜΑΓΙΑBKS.0451334BKS.0451334ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΚατηγορία: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ •ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ στην κατηγορία ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ISBN: 978-960-477-295-7 Συγγραφέας: ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ Εκδοτικός οίκος: ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ Σελίδες: 202 Διαστάσεις: 14Χ21 Ημερομηνία Έκδοσης: Νοέμβριος 2017 Πάντα θα θυμάμαι αυτή την πόλη με πόνο και αγάπη. Την πόλη αυτή, που μέσα από τα εσώψυχά μου της χάρισα μιαν άνοιξη, και μου έδωσε ένα χειμώνα. Ένα χειμώνα πολύ βαρύ και δυσβάσταχτο. Από τη βεράντα του σπιτιού μου χαζεύω τον καταπράσινο κισσό, που γεμάτος έρωτα τυλίγει ασφυκτικά και λαίμαργα ολόκληρο το σπιτικό μου. Παίρνω χρώματα κι αρώματα από το σκούρο κυπαρισσί χρώμα του και ρουφώ αχόρταγα την αλμύρα που μου χαρίζει το βαθύ γαλάζιο του Αιγαίου. Ακριβώς κάτω από τα πόδια μου, στην κοψιά της θάλασσας με τη ξηρά, βλέπω την αιλουροειδή σιλουέτα μιας νέας κοπέλας, πανέμορφης και αξιολάτρευτης, με μια λουλουδάτη κοφίνα, να προσπαθεί να φτάσει στο καΐκι για να πάρει τη σοδιά της, την ψαριά της, τη θαλασσινή πραμάτεια της. Τώρα την βλέπω καθαρά, με ένα φθηνό τσιτάκι, πλουμιστό, κολλημένο στο αγαλματένιο σώμα της, γυμνή από τον αέρα και τη βροχή. Σηκώνει το κεφάλι της ψηλά και με ένα βλέμμα θολό και απλανές, ψάχνει ένα σύννεφο να την πάει ταξίδι μακρινό και απονήρευτο. Τα μαλλιά της λαμπυρίζουν από τον ήλιο, μπερδεμένα με φύκια, καβούρια και μύδια. Την λένε Μάγια και έχει μια μάνα τη Ψαρού. Δυο γυναίκες. Την μια την έφαγε η αλμύρα και η αγρίλα της θάλασσας. Την άλλη ο έρωτας, ο ανελέητος και καταστρεπτικός. Έπεσε με τα μούτρα πάνω της και την εξαφάνισε, την αποτελείωσε. Ένα τρίτο πρόσωπο μπαίνει στη ζωή τους και φέρνει την ανατροπή. Θα μπορέσει άραγε η Ερμίνα Κριεζή να φέρει την ισορροπία σε αυτόν τον ανεμοστρόβιλο των παθών; ΜΑΓΙΑ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση