To Νο1 Ηλεκτρονικό πολυκατάστημα
Αγορά χωρίς εγγραφή
Δωρεάν αποστολή για αγορές άνω των 90€
Για τηλεφωνικές παραγγελίες
211 500 0 500
 
 
 
   
 
i bosporomaxia photo

i bosporomaxia photo


Η ΒΟΣΠΟΡΟΜΑΧΙΑ

BKS.0599463      
ΚατηγορίαΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
MOMARTZ CASPAR LUDWIG στην κατηγορία ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Διαθεσιμότητα: Κατόπιν παραγγελίας
Χωρίς έξοδα αποστολής για παραλαβή από οποιοδήποτε eshop point!
Π.Τ.Λ.30.00 €
μόνο27.00 €
περιλαμβάνει ΦΠΑ

Προσθήκη στη wishlist
Περιγραφή
ISBN: 978-960-250-797-1
Συγγραφέας: MOMARTZ CASPAR LUDWIG
Εκδοτικός οίκος: ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ-ΜΙΕΤ
Σειρά: ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Σελίδες: 360
Διαστάσεις: 18Χ25
Ημερομηνία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2022

Η Βοσπορομαχία, ένα ποίημα περίπου 4.000 στίχων με θέμα τη φιλονικία ανάμεσα στις αδερφές Ευρώπη και Ασία, συγκαταλέγεται στα πιο αξιοπρόσεκτα έργα της ελληνόγλωσσης «φαναριώτικης» λογοτεχνίας του 18ου αιώνα. Γράφτηκε το 1752 στην Κωνσταντινούπολη από κάποιον «σενιόρ Μόμαρς» και τυπώθηκε το 1766 στη Λιψία από τον Ευγένιο Βούλγαρη (1716–1806), και έπειτα στη Βενετία το 1792. Ανήκει στο λογοτεχνικό είδος του αγωνιστικού διαλόγου, αλλά αποτελεί κι έναν έπαινο του Βοσπόρου και της Κωσνταντινούπολης.

Σχετικά με το ιστορικό πρόσωπο του «σενιόρ Μόμαρς» οι μόνες ως σήμερα γνωστές γραμματολογικές πληροφορίες προέρχονται από το ίδιο το κείμενο, τα αφιερωτικά ποιήματα και τα προλεγόμενα του Ευγενίου Βούλγαρη στην έκδοσή του. Το ολοφάνερα μη ελληνικό όνομα «Μόμαρς» προκάλεσε σύγχυση σε παλαιότερους ιστορικούς της λογοτεχνίας και αποδόθηκε λανθασμένα. Η αδιαφορία για την καταγωγή και τη βιογραφία του «σενιόρ Μόμαρς» παρατηρείται έως τα νεότερα χρόνια, και τούτο παρότι ο Κάπσαρ Λούντβιχ Μόμαρτς (Caspar Ludwig Momartz) -όπως είναι πλήρες το όνομά του-αναφέρεται συχνά σε έγγραφα του 18ου αιώνα, αλλά και στην παλαιότερη βιβλιογραφία, μεταξύ άλλων στη γνωστή Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Γιόζεφ φον Χάμμερ. Ο Κάσπαρ Λούντβιχ Μόμαρτς ή Μόμαρς (19 Ιουνίου 1696–10 Νοεμβρίου 1761) υπηρέτησε στη διπλωματική υπηρεσία της Αυστρίας. Προερχόταν από το λεβαντίνικο περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Παρότι φλαμανδικής καταγωγής από την πλευρά του πατέρα του, μητρική του γλώσσα ήταν στην πραγματικότητα τα ιταλικά, και σύχναζε κυρίως στον Γαλατά, την πιο «ιταλική» συνοικία της Πόλης. Πρέπει όμως να ήξερε και να μιλούσε άριστα ολλανδικά, γερμανικά και γαλλικά, καθώς και οθωμανικά τουρκικά και λατινικά. Όσον αφορά τα νέα ελληνικά, η γνώση τους επιβεβαιώνεται μόνο από το κείμενο της Βοσπορομαχίας.

Το κείμενο της Βοσπορομαχίας, μολονότι έχει χαλαρή διάρθρωση από άποψη περιεχομένου, αφήνει να διαφανεί κάποια κεντρική δομή. Συγκεκριμένα, διακρίνονται οι εξής τέσσερις ενότητες: Στην πρώτη ενότητα, μετά τον εισαγωγικό διάλογο των αδελφών, παρουσιάζονται πρώτα η ευρωπαϊκή και εν συνεχεία η ασιατική πλευρά του Βοσπόρου, που επαινούνται και κατακρίνονται. Στη δεύτερη ενότητα αναφέρονται οι θερινές κατοικίες των Ευρωπαίων στο Μπουγιούκδερε, στα Θεραπειά και στο Μπελιγράδι, οι εκδρομικοί προορισμοί, το παλάτι του Τοκάτ στη μικρασιατική όχθη και οι φάροι και στις δυο πλευρές του Βοσπόρου. Στην τρίτη ενότητα σκιαγραφούνται η ανατολική ακτή της Κωνσταντινούπολης, τα οικοδομήματα στην ακτή του Χρυσού Κέρατος, το παλάτι του Σανταμπάντ και περιοχές στα θρακικά περίχωρα. Η τέταρτη ενότητα εγκαταλείπει οριστικά τον Βόσπορο και επικεντρώνεται στα Πριγκιπόννησα της θάλασσας του Μαρμαρά, των οποίων δίνει πρώτα μια μη θρησκευτική περιγραφή, ενώ στο τελευταίο τμήμα του διαλόγου αρχίζει μια δεύτερη περιγραφή των Νησιών, θρησκευτικού χαρακτήρα αυτή τη φορά, όπου απαριθμούνται τα μοναστήρια τους. Παρά τη φιλονικία τους, οι δυο αδερφές παραμένουν σύμφωνες ότι η ομορφιά ενός τόπου έγκειται συχνά στη θέα του από την αντίθετη πλευρά του Βοσπόρου. Αυτή η συμβιβαστική λύση υπάρχει και στο τελευταίο μέρος του έργου, που ίσως μπορεί να αποδοθεί στον πατριάρχη Καλλίνικο.

Αφότου εξέλιπε η τάξη των λογίων Φαναριωτών και ιδίως αφού οι περισσότεροι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη μετά τα επεισόδια του 1955 και τις πιέσεις της δεκαετίας του 1960, κόπηκε πλέον ο λώρος με το αρχικό αναγνωστικό κοινό της Βοσπορομαχίας. Είναι λοιπόν καιρός να αποκατασταθεί ξανά το έργο και, πέρα από τις μνήμες εξιδανίκευσης ή απώθησης του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, να αντιμετωπιστεί όχι μόνον ως ιστορική και τοπογραφική πηγή για την οθωμανική πόλη των μέσων του 18ου αιώνα και τα περίχωρά της, αλλά και ως λυρικό ποίημα με τη δική του αξία.


Βαθμολογία & Σχόλια προιόντος
Σύνολο ψήφων: 0 Σχολιάστε και ψηφίστε

Last viewed
Η ΒΟΣΠΟΡΟΜΑΧΙΑ (BKS.0599463)
i bosporomaxia photo
Κατόπιν παραγγελίας
Wishlist
Share
ΠΤΛ 30.00 € μόνο 27.00
Περιγραφή
Αξιολόγηση
Σχετικά
Κατηγορία: ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
MOMARTZ CASPAR LUDWIG στην κατηγορία ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ISBN: 978-960-250-797-1
Συγγραφέας: MOMARTZ CASPAR LUDWIG
Εκδοτικός οίκος: ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ-ΜΙΕΤ
Σειρά: ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Σελίδες: 360
Διαστάσεις: 18Χ25
Ημερομηνία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2022

Η Βοσπορομαχία, ένα ποίημα περίπου 4.000 στίχων με θέμα τη φιλονικία ανάμεσα στις αδερφές Ευρώπη και Ασία, συγκαταλέγεται στα πιο αξιοπρόσεκτα έργα της ελληνόγλωσσης «φαναριώτικης» λογοτεχνίας του 18ου αιώνα. Γράφτηκε το 1752 στην Κωνσταντινούπολη από κάποιον «σενιόρ Μόμαρς» και τυπώθηκε το 1766 στη Λιψία από τον Ευγένιο Βούλγαρη (1716–1806), και έπειτα στη Βενετία το 1792. Ανήκει στο λογοτεχνικό είδος του αγωνιστικού διαλόγου, αλλά αποτελεί κι έναν έπαινο του Βοσπόρου και της Κωσνταντινούπολης.

Σχετικά με το ιστορικό πρόσωπο του «σενιόρ Μόμαρς» οι μόνες ως σήμερα γνωστές γραμματολογικές πληροφορίες προέρχονται από το ίδιο το κείμενο, τα αφιερωτικά ποιήματα και τα προλεγόμενα του Ευγενίου Βούλγαρη στην έκδοσή του. Το ολοφάνερα μη ελληνικό όνομα «Μόμαρς» προκάλεσε σύγχυση σε παλαιότερους ιστορικούς της λογοτεχνίας και αποδόθηκε λανθασμένα. Η αδιαφορία για την καταγωγή και τη βιογραφία του «σενιόρ Μόμαρς» παρατηρείται έως τα νεότερα χρόνια, και τούτο παρότι ο Κάπσαρ Λούντβιχ Μόμαρτς (Caspar Ludwig Momartz) -όπως είναι πλήρες το όνομά του-αναφέρεται συχνά σε έγγραφα του 18ου αιώνα, αλλά και στην παλαιότερη βιβλιογραφία, μεταξύ άλλων στη γνωστή Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Γιόζεφ φον Χάμμερ. Ο Κάσπαρ Λούντβιχ Μόμαρτς ή Μόμαρς (19 Ιουνίου 1696–10 Νοεμβρίου 1761) υπηρέτησε στη διπλωματική υπηρεσία της Αυστρίας. Προερχόταν από το λεβαντίνικο περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Παρότι φλαμανδικής καταγωγής από την πλευρά του πατέρα του, μητρική του γλώσσα ήταν στην πραγματικότητα τα ιταλικά, και σύχναζε κυρίως στον Γαλατά, την πιο «ιταλική» συνοικία της Πόλης. Πρέπει όμως να ήξερε και να μιλούσε άριστα ολλανδικά, γερμανικά και γαλλικά, καθώς και οθωμανικά τουρκικά και λατινικά. Όσον αφορά τα νέα ελληνικά, η γνώση τους επιβεβαιώνεται μόνο από το κείμενο της Βοσπορομαχίας.

Το κείμενο της Βοσπορομαχίας, μολονότι έχει χαλαρή διάρθρωση από άποψη περιεχομένου, αφήνει να διαφανεί κάποια κεντρική δομή. Συγκεκριμένα, διακρίνονται οι εξής τέσσερις ενότητες: Στην πρώτη ενότητα, μετά τον εισαγωγικό διάλογο των αδελφών, παρουσιάζονται πρώτα η ευρωπαϊκή και εν συνεχεία η ασιατική πλευρά του Βοσπόρου, που επαινούνται και κατακρίνονται. Στη δεύτερη ενότητα αναφέρονται οι θερινές κατοικίες των Ευρωπαίων στο Μπουγιούκδερε, στα Θεραπειά και στο Μπελιγράδι, οι εκδρομικοί προορισμοί, το παλάτι του Τοκάτ στη μικρασιατική όχθη και οι φάροι και στις δυο πλευρές του Βοσπόρου. Στην τρίτη ενότητα σκιαγραφούνται η ανατολική ακτή της Κωνσταντινούπολης, τα οικοδομήματα στην ακτή του Χρυσού Κέρατος, το παλάτι του Σανταμπάντ και περιοχές στα θρακικά περίχωρα. Η τέταρτη ενότητα εγκαταλείπει οριστικά τον Βόσπορο και επικεντρώνεται στα Πριγκιπόννησα της θάλασσας του Μαρμαρά, των οποίων δίνει πρώτα μια μη θρησκευτική περιγραφή, ενώ στο τελευταίο τμήμα του διαλόγου αρχίζει μια δεύτερη περιγραφή των Νησιών, θρησκευτικού χαρακτήρα αυτή τη φορά, όπου απαριθμούνται τα μοναστήρια τους. Παρά τη φιλονικία τους, οι δυο αδερφές παραμένουν σύμφωνες ότι η ομορφιά ενός τόπου έγκειται συχνά στη θέα του από την αντίθετη πλευρά του Βοσπόρου. Αυτή η συμβιβαστική λύση υπάρχει και στο τελευταίο μέρος του έργου, που ίσως μπορεί να αποδοθεί στον πατριάρχη Καλλίνικο.

Αφότου εξέλιπε η τάξη των λογίων Φαναριωτών και ιδίως αφού οι περισσότεροι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη μετά τα επεισόδια του 1955 και τις πιέσεις της δεκαετίας του 1960, κόπηκε πλέον ο λώρος με το αρχικό αναγνωστικό κοινό της Βοσπορομαχίας. Είναι λοιπόν καιρός να αποκατασταθεί ξανά το έργο και, πέρα από τις μνήμες εξιδανίκευσης ή απώθησης του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, να αντιμετωπιστεί όχι μόνον ως ιστορική και τοπογραφική πηγή για την οθωμανική πόλη των μέσων του 18ου αιώνα και τα περίχωρά της, αλλά και ως λυρικό ποίημα με τη δική του αξία.

Δεν υπάρχει κανένα σχόλιο
Βαθμολογία    
email    
Σχόλιο (Τα σχόλια σε greeklish δεν θα γίνονται δεκτά)
Με την αποστολή αποδέχεστε τους Όρους και Προυποθέσεις χρήσης καθώς και τους όρους περί προστασίας προσωπικών δεδομένων όπως αναγράφονται στο site.
Η ΒΟΣΠΟΡΟΜΑΧΙΑ BKS.0599463 BKS.0599463 MOMARTZ CASPAR LUDWIG MOMARTZ CASPAR LUDWIG ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Κατηγορία: ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ •MOMARTZ CASPAR LUDWIG στην κατηγορία ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ISBN: 978-960-250-797-1 Συγγραφέας: MOMARTZ CASPAR LUDWIG Εκδοτικός οίκος: ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ-ΜΙΕΤ Σειρά: ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Σελίδες: 360 Διαστάσεις: 18Χ25 Ημερομηνία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2022 Η Βοσπορομαχία, ένα ποίημα περίπου 4.000 στίχων με θέμα τη φιλονικία ανάμεσα στις αδερφές Ευρώπη και Ασία, συγκαταλέγεται στα πιο αξιοπρόσεκτα έργα της ελληνόγλωσσης «φαναριώτικης» λογοτεχνίας του 18ου αιώνα. Γράφτηκε το 1752 στην Κωνσταντινούπολη από κάποιον «σενιόρ Μόμαρς» και τυπώθηκε το 1766 στη Λιψία από τον Ευγένιο Βούλγαρη (1716–1806), και έπειτα στη Βενετία το 1792. Ανήκει στο λογοτεχνικό είδος του αγωνιστικού διαλόγου, αλλά αποτελεί κι έναν έπαινο του Βοσπόρου και της Κωσνταντινούπολης. Σχετικά με το ιστορικό πρόσωπο του «σενιόρ Μόμαρς» οι μόνες ως σήμερα γνωστές γραμματολογικές πληροφορίες προέρχονται από το ίδιο το κείμενο, τα αφιερωτικά ποιήματα και τα προλεγόμενα του Ευγενίου Βούλγαρη στην έκδοσή του. Το ολοφάνερα μη ελληνικό όνομα «Μόμαρς» προκάλεσε σύγχυση σε παλαιότερους ιστορικούς της λογοτεχνίας και αποδόθηκε λανθασμένα. Η αδιαφορία για την καταγωγή και τη βιογραφία του «σενιόρ Μόμαρς» παρατηρείται έως τα νεότερα χρόνια, και τούτο παρότι ο Κάπσαρ Λούντβιχ Μόμαρτς (Caspar Ludwig Momartz) -όπως είναι πλήρες το όνομά του-αναφέρεται συχνά σε έγγραφα του 18ου αιώνα, αλλά και στην παλαιότερη βιβλιογραφία, μεταξύ άλλων στη γνωστή Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Γιόζεφ φον Χάμμερ. Ο Κάσπαρ Λούντβιχ Μόμαρτς ή Μόμαρς (19 Ιουνίου 1696–10 Νοεμβρίου 1761) υπηρέτησε στη διπλωματική υπηρεσία της Αυστρίας. Προερχόταν από το λεβαντίνικο περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Παρότι φλαμανδικής καταγωγής από την πλευρά του πατέρα του, μητρική του γλώσσα ήταν στην πραγματικότητα τα ιταλικά, και σύχναζε κυρίως στον Γαλατά, την πιο «ιταλική» συνοικία της Πόλης. Πρέπει όμως να ήξερε και να μιλούσε άριστα ολλανδικά, γερμανικά και γαλλικά, καθώς και οθωμανικά τουρκικά και λατινικά. Όσον αφορά τα νέα ελληνικά, η γνώση τους επιβεβαιώνεται μόνο από το κείμενο της Βοσπορομαχίας. Το κείμενο της Βοσπορομαχίας, μολονότι έχει χαλαρή διάρθρωση από άποψη περιεχομένου, αφήνει να διαφανεί κάποια κεντρική δομή. Συγκεκριμένα, διακρίνονται οι εξής τέσσερις ενότητες: Στην πρώτη ενότητα, μετά τον εισαγωγικό διάλογο των αδελφών, παρουσιάζονται πρώτα η ευρωπαϊκή και εν συνεχεία η ασιατική πλευρά του Βοσπόρου, που επαινούνται και κατακρίνονται. Στη δεύτερη ενότητα αναφέρονται οι θερινές κατοικίες των Ευρωπαίων στο Μπουγιούκδερε, στα Θεραπειά και στο Μπελιγράδι, οι εκδρομικοί προορισμοί, το παλάτι του Τοκάτ στη μικρασιατική όχθη και οι φάροι και στις δυο πλευρές του Βοσπόρου. Στην τρίτη ενότητα σκιαγραφούνται η ανατολική ακτή της Κωνσταντινούπολης, τα οικοδομήματα στην ακτή του Χρυσού Κέρατος, το παλάτι του Σανταμπάντ και περιοχές στα θρακικά περίχωρα. Η τέταρτη ενότητα εγκαταλείπει οριστικά τον Βόσπορο και επικεντρώνεται στα Πριγκιπόννησα της θάλασσας του Μαρμαρά, των οποίων δίνει πρώτα μια μη θρησκευτική περιγραφή, ενώ στο τελευταίο τμήμα του διαλόγου αρχίζει μια δεύτερη περιγραφή των Νησιών, θρησκευτικού χαρακτήρα αυτή τη φορά, όπου απαριθμούνται τα μοναστήρια τους. Παρά τη φιλονικία τους, οι δυο αδερφές παραμένουν σύμφωνες ότι η ομορφιά ενός τόπου έγκειται συχνά στη θέα του από την αντίθετη πλευρά του Βοσπόρου. Αυτή η συμβιβαστική λύση υπάρχει και στο τελευταίο μέρος του έργου, που ίσως μπορεί να αποδοθεί στον πατριάρχη Καλλίνικο. Αφότου εξέλιπε η τάξη των λογίων Φαναριωτών και ιδίως αφού οι περισσότεροι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη μετά τα επεισόδια του 1955 και τις πιέσεις της δεκαετίας του 1960, κόπηκε πλέον ο λώρος με το αρχικό αναγνωστικό κοινό της Βοσπορομαχίας. Είναι λοιπόν καιρός να αποκατασταθεί ξανά το έργο και, πέρα από τις μνήμες εξιδανίκευσης ή απώθησης του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, να αντιμετωπιστεί όχι μόνον ως ιστορική και τοπογραφική πηγή για την οθωμανική πόλη των μέσων του 18ου αιώνα και τα περίχωρά της, αλλά και ως λυρικό ποίημα με τη δική του αξία.
24.3
10 1 1

x
Υπολογιστές
Ήχος - Εικόνα
Τηλεπικοινωνίες
Λευκές συσκευές
Ηλεκτρικές συσκευές
Εργαλεία
Οργανα γυμναστικής
Outdoor
Μουσικά όργανα
Security
Ηλεκτρονικά παιχνίδια
Gadgets & Παιχνίδια
Είδη γραφείου
Βιβλία
Ταινίες DVD - Blu Ray
Προσωπική φροντίδα
Ενδυση - Υπόδηση
Αθλητικά είδη
Βρεφικά - Παιδικά
    Stockhouse     Crazysundays     Eshop specials     Zen 10
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies.
Πληροφορίες Ρυθμίσεις Απόρριψη Αποδοχή