Τότε, πριν μπω κι εγώ στο ταξί, αξιώθηκα να παρατηρήσω το τελετουργικό των αποδράσεων του Βασιλέα από το εξοχικό ανάκτορο: ο Βασιλιάς Αλέξανδρος χαιρέτησε την ορντινάντσα του υψώνοντας το χέρι του έξω από το παράθυρο της θέσης του οδηγού. Έπειτα μάρσαρε έξω από τις πύλες του παλατιού, αφήνοντας πίσω του την ηχώ της υποτακτικής φωνής ενός γέρο-υπηρέτη («στο καλό, Μεγελειότατε») που παρέφθειρε ενοχλητικά τον τίτλο του, εξαιτίας αυτού του χυδαία δουλικού τόνου με τον οποίο χρωμάτιζε τα λόγια του απευθυνόμενος σε εκείνον (ενώ ήμουν βέβαιος πως θα είχε την μιμική ικανότητα να μιλά με ανδροπρεπή, βαριά φωνή μπάσου, σαν θα κατσάδιαζε μια μαγείρισσα ή έναν ταπετσέρη). Το ποντικίσιο τσίριγμα τούτης της φωνής συντονίστηκε άψογα με το σούρσιμο των σιδερένιων φύλλων της πύλης (ένα ανυπόφορο ντουέτο παράφωνων καστράτων), που τα έκλειναν δυο χειροδύναμοι σταβλίτες, την ώρα που εκείνος, με το βολάν ακυβέρνητο για ένα δευτερόλεπτο, άναψε με το σπαρματσέτο ένα γευστικότατο πούρο Μπολίβαρ κι έπειτα έπιασε το τιμόνι μονάχα με το δεξί, ενώ με το αριστερό έφερε στο στόμα του το πούρο, λανσάροντας την τολμηρή, σχεδόν ακροβατική συνήθεια του να καπνίζεις και ταυτόχρονα να κυβερνάς μια μηχανή που τρέχει με ενενήντα πέντε χιλιόμετρα την ώρα.
Στην Ελλάδα του 1917, ο Αλέξανδρος Α' των Ελλήνων, Βασιλιάς παρά τη θέλησή του, φανατικός αυτοκινητιστής, δεινός σπόρτσμαν και δύτης των μηχανουργείων, συναντά έναν ιταλοτραφή επίδοξο επαναστάτη και φουτουριστή ποιητή, που ταλαντεύεται αμήχανα ανάμεσα σε δύο αντιθετικούς τρόπους ύπαρξης: την ειρωνική και την ηρωική στάση ζωής. Η παράδοξη φιλία των δύο αταίριαστων φίλων, που σφυρηλατείται στο περιβάλλον του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, της Οκτωβριανής επανάστασης και της Ουκρανικής εκστρατείας, εκβάλλει σε σκαμπρόζικες περιπέτειες των ίδιων και των συντρόφων τους (πολλοί από τους οποίους είναι ιστορικές φυσιογνωμίες και άλλοι, ολότελα φανταστικά πρόσωπα), αλλά και σε ένα συζητητικό παιχνίδι συγκλίσεων και αποκλίσεων, όπου γίνεται λόγος για τα αυτοκίνητα, τις πατέντες, το θαλάσσιο σκι, την πορνογραφία, την ερωτική γκρίνια, την αισθητική του πολέμου και της πολιτικής στράτευσης, τις χειρουργικές επεμβάσεις για την υποβοήθηση της ερωτικής απόλαυσης και ένα σωρό άλλα θαυμαστά και παράδοξα φαινόμενα, χαρακτηριστικά του μοντέρνου κόσμου που αχνοφαίνεται στην χαραυγή του ελπιδοφόρου μα και δυσοίωνου 20ου αιώνα. Βυθισμένοι στις αντιφάσεις τους, αναζητούν μανιωδώς τη «Νέα Ζωή», προσπαθώντας να ψηλαφήσουν έναν στόχο προσωπικής και συλλογικής ελευθερίας που βρίσκει καταφύγιο στην ουτοπία.
Τότε, πριν μπω κι εγώ στο ταξί, αξιώθηκα να παρατηρήσω το τελετουργικό των αποδράσεων του Βασιλέα από το εξοχικό ανάκτορο: ο Βασιλιάς Αλέξανδρος χαιρέτησε την ορντινάντσα του υψώνοντας το χέρι του έξω από το παράθυρο της θέσης του οδηγού. Έπειτα μάρσαρε έξω από τις πύλες του παλατιού, αφήνοντας πίσω του την ηχώ της υποτακτικής φωνής ενός γέρο-υπηρέτη («στο καλό, Μεγελειότατε») που παρέφθειρε ενοχλητικά τον τίτλο του, εξαιτίας αυτού του χυδαία δουλικού τόνου με τον οποίο χρωμάτιζε τα λόγια του απευθυνόμενος σε εκείνον (ενώ ήμουν βέβαιος πως θα είχε την μιμική ικανότητα να μιλά με ανδροπρεπή, βαριά φωνή μπάσου, σαν θα κατσάδιαζε μια μαγείρισσα ή έναν ταπετσέρη). Το ποντικίσιο τσίριγμα τούτης της φωνής συντονίστηκε άψογα με το σούρσιμο των σιδερένιων φύλλων της πύλης (ένα ανυπόφορο ντουέτο παράφωνων καστράτων), που τα έκλειναν δυο χειροδύναμοι σταβλίτες, την ώρα που εκείνος, με το βολάν ακυβέρνητο για ένα δευτερόλεπτο, άναψε με το σπαρματσέτο ένα γευστικότατο πούρο Μπολίβαρ κι έπειτα έπιασε το τιμόνι μονάχα με το δεξί, ενώ με το αριστερό έφερε στο στόμα του το πούρο, λανσάροντας την τολμηρή, σχεδόν ακροβατική συνήθεια του να καπνίζεις και ταυτόχρονα να κυβερνάς μια μηχανή που τρέχει με ενενήντα πέντε χιλιόμετρα την ώρα.
Στην Ελλάδα του 1917, ο Αλέξανδρος Α' των Ελλήνων, Βασιλιάς παρά τη θέλησή του, φανατικός αυτοκινητιστής, δεινός σπόρτσμαν και δύτης των μηχανουργείων, συναντά έναν ιταλοτραφή επίδοξο επαναστάτη και φουτουριστή ποιητή, που ταλαντεύεται αμήχανα ανάμεσα σε δύο αντιθετικούς τρόπους ύπαρξης: την ειρωνική και την ηρωική στάση ζωής. Η παράδοξη φιλία των δύο αταίριαστων φίλων, που σφυρηλατείται στο περιβάλλον του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, της Οκτωβριανής επανάστασης και της Ουκρανικής εκστρατείας, εκβάλλει σε σκαμπρόζικες περιπέτειες των ίδιων και των συντρόφων τους (πολλοί από τους οποίους είναι ιστορικές φυσιογνωμίες και άλλοι, ολότελα φανταστικά πρόσωπα), αλλά και σε ένα συζητητικό παιχνίδι συγκλίσεων και αποκλίσεων, όπου γίνεται λόγος για τα αυτοκίνητα, τις πατέντες, το θαλάσσιο σκι, την πορνογραφία, την ερωτική γκρίνια, την αισθητική του πολέμου και της πολιτικής στράτευσης, τις χειρουργικές επεμβάσεις για την υποβοήθηση της ερωτικής απόλαυσης και ένα σωρό άλλα θαυμαστά και παράδοξα φαινόμενα, χαρακτηριστικά του μοντέρνου κόσμου που αχνοφαίνεται στην χαραυγή του ελπιδοφόρου μα και δυσοίωνου 20ου αιώνα. Βυθισμένοι στις αντιφάσεις τους, αναζητούν μανιωδώς τη «Νέα Ζωή», προσπαθώντας να ψηλαφήσουν έναν στόχο προσωπικής και συλλογικής ελευθερίας που βρίσκει καταφύγιο στην ουτοπία.
ΕΙΣ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΕΛΠΙΔΑBKS.0272128BKS.0272128ΠΕΤΑΛΑΣ ΑΓΗΣΠΕΤΑΛΑΣ ΑΓΗΣΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΚατηγορία: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ •ΠΕΤΑΛΑΣ ΑΓΗΣ στην κατηγορία ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ISBN: 978-960-05-1718-7 Συγγραφέας: ΠΕΤΑΛΑΣ ΑΓΗΣ Εκδοτικός οίκος: ΕΣΤΙΑ Σελίδες: 572 Διαστάσεις: 13Χ20, 5 Ημερομηνία Έκδοσης: Μάιος 2018 Τότε, πριν μπω κι εγώ στο ταξί, αξιώθηκα να παρατηρήσω το τελετουργικό των αποδράσεων του Βασιλέα από το εξοχικό ανάκτορο: ο Βασιλιάς Αλέξανδρος χαιρέτησε την ορντινάντσα του υψώνοντας το χέρι του έξω από το παράθυρο της θέσης του οδηγού. Έπειτα μάρσαρε έξω από τις πύλες του παλατιού, αφήνοντας πίσω του την ηχώ της υποτακτικής φωνής ενός γέρο-υπηρέτη («στο καλό, Μεγελειότατε») που παρέφθειρε ενοχλητικά τον τίτλο του, εξαιτίας αυτού του χυδαία δουλικού τόνου με τον οποίο χρωμάτιζε τα λόγια του απευθυνόμενος σε εκείνον (ενώ ήμουν βέβαιος πως θα είχε την μιμική ικανότητα να μιλά με ανδροπρεπή, βαριά φωνή μπάσου, σαν θα κατσάδιαζε μια μαγείρισσα ή έναν ταπετσέρη). Το ποντικίσιο τσίριγμα τούτης της φωνής συντονίστηκε άψογα με το σούρσιμο των σιδερένιων φύλλων της πύλης (ένα ανυπόφορο ντουέτο παράφωνων καστράτων), που τα έκλειναν δυο χειροδύναμοι σταβλίτες, την ώρα που εκείνος, με το βολάν ακυβέρνητο για ένα δευτερόλεπτο, άναψε με το σπαρματσέτο ένα γευστικότατο πούρο Μπολίβαρ κι έπειτα έπιασε το τιμόνι μονάχα με το δεξί, ενώ με το αριστερό έφερε στο στόμα του το πούρο, λανσάροντας την τολμηρή, σχεδόν ακροβατική συνήθεια του να καπνίζεις και ταυτόχρονα να κυβερνάς μια μηχανή που τρέχει με ενενήντα πέντε χιλιόμετρα την ώρα. Στην Ελλάδα του 1917, ο Αλέξανδρος Α' των Ελλήνων, Βασιλιάς παρά τη θέλησή του, φανατικός αυτοκινητιστής, δεινός σπόρτσμαν και δύτης των μηχανουργείων, συναντά έναν ιταλοτραφή επίδοξο επαναστάτη και φουτουριστή ποιητή, που ταλαντεύεται αμήχανα ανάμεσα σε δύο αντιθετικούς τρόπους ύπαρξης: την ειρωνική και την ηρωική στάση ζωής. Η παράδοξη φιλία των δύο αταίριαστων φίλων, που σφυρηλατείται στο περιβάλλον του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, της Οκτωβριανής επανάστασης και της Ουκρανικής εκστρατείας, εκβάλλει σε σκαμπρόζικες περιπέτειες των ίδιων και των συντρόφων τους (πολλοί από τους οποίους είναι ιστορικές φυσιογνωμίες και άλλοι, ολότελα φανταστικά πρόσωπα), αλλά και σε ένα συζητητικό παιχνίδι συγκλίσεων και αποκλίσεων, όπου γίνεται λόγος για τα αυτοκίνητα, τις πατέντες, το θαλάσσιο σκι, την πορνογραφία, την ερωτική γκρίνια, την αισθητική του πολέμου και της πολιτικής στράτευσης, τις χειρουργικές επεμβάσεις για την υποβοήθηση της ερωτικής απόλαυσης και ένα σωρό άλλα θαυμαστά και παράδοξα φαινόμενα, χαρακτηριστικά του μοντέρνου κόσμου που αχνοφαίνεται στην χαραυγή του ελπιδοφόρου μα και δυσοίωνου 20ου αιώνα. Βυθισμένοι στις αντιφάσεις τους, αναζητούν μανιωδώς τη «Νέα Ζωή», προσπαθώντας να ψηλαφήσουν έναν στόχο προσωπικής και συλλογικής ελευθερίας που βρίσκει καταφύγιο στην ουτοπία. ΕΙΣ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΕΛΠΙΔΑ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση