"Δεν σου κρύβω ότι κατά βάθος όπως κάθε μάνα που μεγαλώνει αγόρι με... με το αυτό του... πώς να το πω... κατάλαβες, χάρηκα, χίλιες φορές να τον μαζεύω από τα γήπεδα παρά από τις μπιμπιμπό και τα πατίνια. Στάξε μου λίγο γάλα, μωρή. Μια σταγόνα. Φτάνω στα γηπεδάκια, ρωτάω, ξαναρωτάω, και εκεί που έχω ξελαρυγγιαστεί κι έχω λαχανιάσει, μπαμπάκι το στόμα μου, και δεν έχω πια ανάσα να φωνάξω κι έχει πιάσει και ψύχρα, σουρούπωνε. Φτάνει, μωρή, το γάλα. Εκεί είναι αλάνα, δεν είναι πλατεία να κόβει λίγο, τον εντοπίζω να βγαίνει σεινάμενος κουνάμενος από ένα περιβολάκι, ο Θεός να το κάνει. Ήθελα να 'ξερα, για ομορφιά το παράτησαν εκεί οι αχαΐρευτοι του δήμου; Κάτι πικροδάφνες σαν ανάποδο γαμώτο. Και τότε, τσουπ, ξοπίσω του βγαίνει και ο γιος της Αλβανίδας με κατεβασμένα παντελόνια, αυτός που δουλεύει στο σουβλατζίδικο του μπαρμπα-Μήτσου του Κρητικού, τον αναγνώρισα με την πρώτη".
Η Λόλα Καραμπόλα στέκεται μπροστά στον θαμπό καθρέφτη του μπάνιου, τυλιγμένη σε μια πετσέτα με τα αρχικά του Ε.Σ. Αρπάζει μια μπλούζα από τα άπλυτα και, καθώς τον καθαρίζει από την υγρασία, μέσα του βλέπει τα χρόνια του δημοτικού να περνάνε σαν σκηνές από ταινία. Πίσω από τις κλειστές πόρτες, στο δυομισάρι της προσφυγικής συνοικίας, αντιλαλούν τραγούδια και κατάρες. Έξω παραμονεύουν κραξίματα, αστυνομουνίες και καραμπόλες. Στον καθαρό καθρέφτη παρατηρεί ξανά το ξένο ρούχο, το σώμα της.
"Δεν σου κρύβω ότι κατά βάθος όπως κάθε μάνα που μεγαλώνει αγόρι με... με το αυτό του... πώς να το πω... κατάλαβες, χάρηκα, χίλιες φορές να τον μαζεύω από τα γήπεδα παρά από τις μπιμπιμπό και τα πατίνια. Στάξε μου λίγο γάλα, μωρή. Μια σταγόνα. Φτάνω στα γηπεδάκια, ρωτάω, ξαναρωτάω, και εκεί που έχω ξελαρυγγιαστεί κι έχω λαχανιάσει, μπαμπάκι το στόμα μου, και δεν έχω πια ανάσα να φωνάξω κι έχει πιάσει και ψύχρα, σουρούπωνε. Φτάνει, μωρή, το γάλα. Εκεί είναι αλάνα, δεν είναι πλατεία να κόβει λίγο, τον εντοπίζω να βγαίνει σεινάμενος κουνάμενος από ένα περιβολάκι, ο Θεός να το κάνει. Ήθελα να 'ξερα, για ομορφιά το παράτησαν εκεί οι αχαΐρευτοι του δήμου; Κάτι πικροδάφνες σαν ανάποδο γαμώτο. Και τότε, τσουπ, ξοπίσω του βγαίνει και ο γιος της Αλβανίδας με κατεβασμένα παντελόνια, αυτός που δουλεύει στο σουβλατζίδικο του μπαρμπα-Μήτσου του Κρητικού, τον αναγνώρισα με την πρώτη".
Η Λόλα Καραμπόλα στέκεται μπροστά στον θαμπό καθρέφτη του μπάνιου, τυλιγμένη σε μια πετσέτα με τα αρχικά του Ε.Σ. Αρπάζει μια μπλούζα από τα άπλυτα και, καθώς τον καθαρίζει από την υγρασία, μέσα του βλέπει τα χρόνια του δημοτικού να περνάνε σαν σκηνές από ταινία. Πίσω από τις κλειστές πόρτες, στο δυομισάρι της προσφυγικής συνοικίας, αντιλαλούν τραγούδια και κατάρες. Έξω παραμονεύουν κραξίματα, αστυνομουνίες και καραμπόλες. Στον καθαρό καθρέφτη παρατηρεί ξανά το ξένο ρούχο, το σώμα της.
ΛΟΛΑ ΚΑΡΑΜΠΟΛΑBKS.0216034BKS.0216034ΚΟΚΚΑΛΗ ΕΡΩΡΙΛΗΚΟΚΚΑΛΗ ΕΡΩΡΙΛΗΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΚατηγορία: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ •ΚΟΚΚΑΛΗ ΕΡΩΡΙΛΗ στην κατηγορία ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ISBN: 978-618-5673-04-8 Συγγραφέας: ΚΟΚΚΑΛΗ ΕΡΩΡΙΛΗ Εκδοτικός οίκος: ΕΡΜΑ Σελίδες: 208 Διαστάσεις: 14Χ21 Ημερομηνία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2022 "Δεν σου κρύβω ότι κατά βάθος όπως κάθε μάνα που μεγαλώνει αγόρι με... με το αυτό του... πώς να το πω... κατάλαβες, χάρηκα, χίλιες φορές να τον μαζεύω από τα γήπεδα παρά από τις μπιμπιμπό και τα πατίνια. Στάξε μου λίγο γάλα, μωρή. Μια σταγόνα. Φτάνω στα γηπεδάκια, ρωτάω, ξαναρωτάω, και εκεί που έχω ξελαρυγγιαστεί κι έχω λαχανιάσει, μπαμπάκι το στόμα μου, και δεν έχω πια ανάσα να φωνάξω κι έχει πιάσει και ψύχρα, σουρούπωνε. Φτάνει, μωρή, το γάλα. Εκεί είναι αλάνα, δεν είναι πλατεία να κόβει λίγο, τον εντοπίζω να βγαίνει σεινάμενος κουνάμενος από ένα περιβολάκι, ο Θεός να το κάνει. Ήθελα να 'ξερα, για ομορφιά το παράτησαν εκεί οι αχαΐρευτοι του δήμου; Κάτι πικροδάφνες σαν ανάποδο γαμώτο. Και τότε, τσουπ, ξοπίσω του βγαίνει και ο γιος της Αλβανίδας με κατεβασμένα παντελόνια, αυτός που δουλεύει στο σουβλατζίδικο του μπαρμπα-Μήτσου του Κρητικού, τον αναγνώρισα με την πρώτη". Η Λόλα Καραμπόλα στέκεται μπροστά στον θαμπό καθρέφτη του μπάνιου, τυλιγμένη σε μια πετσέτα με τα αρχικά του Ε.Σ. Αρπάζει μια μπλούζα από τα άπλυτα και, καθώς τον καθαρίζει από την υγρασία, μέσα του βλέπει τα χρόνια του δημοτικού να περνάνε σαν σκηνές από ταινία. Πίσω από τις κλειστές πόρτες, στο δυομισάρι της προσφυγικής συνοικίας, αντιλαλούν τραγούδια και κατάρες. Έξω παραμονεύουν κραξίματα, αστυνομουνίες και καραμπόλες. Στον καθαρό καθρέφτη παρατηρεί ξανά το ξένο ρούχο, το σώμα της. ΛΟΛΑ ΚΑΡΑΜΠΟΛΑ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση