Φωνάζει ένας: «Σαν να άκουσα μέσα στο γραφείο αλυσίδες». «Σε λίγο θα βγει ο ήλιος» λέει ένας άλλος. Ανοίγει επιτέλους η πόρτα και μπαίνουν στην αρχή του θαλάμου ένας αξιωματικός των Ες Ες, δυο Γερμανοί, ο λοχίας και ένας διερμηνέας, ο οποίος λέει: «Όποιος ακούσει το όνομά του να περάσει μέσα στο γραφείο». Αρχίζουν, απ' ό,τι θυμάμαι, Γιώργος Μαντέλης, Νίκος Πολυμερόπουλος, Δημήτριος Πολυδωρόπουλος, Χρήστος Πολυδωρόπουλος (πρώτα ξαδέλφια). Μέσα στο γραφείο τρεις τρεις τους έβαζαν στα χέρια τις αλυσίδες. Ένας στη μέση και από δεξιά κι αριστερά τους έδεναν και τους έβαζαν στα φορτηγά με τέντες. Τους οδήγησαν εκεί και ένας αξιωματικός τους λέει διαβάζοντας, ότι «εμείς ήλθαμε σαν φίλοι, εσείς καθημερινά μας σκοτώνετε. Αυτή η απόφαση δεν είναι σημερινή, είναι παλιά. Είχαμε στείλει τα ονόματά σας για αμνηστία στην Μεραρχία. Δυστυχώς δεν έγινε τίποτα, λυπούμαστε αλλά εσείς οι 30 θα εκτελεστείτε. Έχετε να πείτε τίποτα;» Και τότε αρχίζει ο Γαμβέτας να τραγουδάει δυνατά, «σε γνωρίζω από την κόψη...». Τον ακούγαμε βουβά. Απόλυτη, νεκρική σιγή.
Απότομα θόρυβος, ανοίγει η πόρτα και σπρώχνουν μέσα τον Δημήτρη Πολυδωρόπουλο, μπρούμυτα. Όλοι επάνω του. «Τι έγινε ρε Μήτσο; Πες μας». «Παιδιά, αδέλφια μου, λίγο νερό, πνίγομαι. Αχ τι είδανε τα μάτια μου». Και μας έλεγε αυτά που σας λέγω εγώ. ’ξαφνα ξανανοίγει η πόρτα, μπαίνουν οι Γερμανοί. Είχανε κάνει λάθος στο μέτρημα γιατί διάβασαν δυο φορές Πολυδωρόπουλος. Μπερδεύτηκαν, ήταν ξαδέλφια. Τον ξαναπήραν, τον πήγαν στον τόπο και για δεύτερη φορά εκτελέστηκε. Εάν δεν είχε γίνει το λάθος δεν θα ξέραμε τις λεπτομέρειες της τραγικής αυτής εκτέλεσης. Πού βρέθηκε αυτή η ψυχή; Όλοι σκυμμένοι όταν άκουγαν το όνομά τους έλεγαν, «μην πεις στη μάνα μου ότι εκτελέστηκα» άλλος στην αδελφή, άλλος στη γυναίκα του, τα παιδιά. Όλοι αυτό έλεγαν «μην πείτε τίποτα, πέστε ότι μας πήραν ομήρους εργάτες στη Γερμανία». Και ξαφνικά, όταν έφτασαν μπροστά στο μεγάλο τάφο αλυσοδεμένοι, φούντωσε μέσα τους αυτό που λέγεται ιδέα, πατρίδα. Όχι ορέ, δεν σας φοβόμαστε, είμαστε πατριώτες πολεμιστές για την πατρίδα μας. Ζήτω η Ελλάδα, «σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή».
Φωνάζει ένας: «Σαν να άκουσα μέσα στο γραφείο αλυσίδες». «Σε λίγο θα βγει ο ήλιος» λέει ένας άλλος. Ανοίγει επιτέλους η πόρτα και μπαίνουν στην αρχή του θαλάμου ένας αξιωματικός των Ες Ες, δυο Γερμανοί, ο λοχίας και ένας διερμηνέας, ο οποίος λέει: «Όποιος ακούσει το όνομά του να περάσει μέσα στο γραφείο». Αρχίζουν, απ' ό, τι θυμάμαι, Γιώργος Μαντέλης, Νίκος Πολυμερόπουλος, Δημήτριος Πολυδωρόπουλος, Χρήστος Πολυδωρόπουλος (πρώτα ξαδέλφια). Μέσα στο γραφείο τρεις τρεις τους έβαζαν στα χέρια τις αλυσίδες. Ένας στη μέση και από δεξιά κι αριστερά τους έδεναν και τους έβαζαν στα φορτηγά με τέντες. Τους οδήγησαν εκεί και ένας αξιωματικός τους λέει διαβάζοντας, ότι «εμείς ήλθαμε σαν φίλοι, εσείς καθημερινά μας σκοτώνετε. Αυτή η απόφαση δεν είναι σημερινή, είναι παλιά. Είχαμε στείλει τα ονόματά σας για αμνηστία στην Μεραρχία. Δυστυχώς δεν έγινε τίποτα, λυπούμαστε αλλά εσείς οι 30 θα εκτελεστείτε. Έχετε να πείτε τίποτα;» Και τότε αρχίζει ο Γαμβέτας να τραγουδάει δυνατά, «σε γνωρίζω από την κόψη...». Τον ακούγαμε βουβά. Απόλυτη, νεκρική σιγή.
Απότομα θόρυβος, ανοίγει η πόρτα και σπρώχνουν μέσα τον Δημήτρη Πολυδωρόπουλο, μπρούμυτα. Όλοι επάνω του. «Τι έγινε ρε Μήτσο; Πες μας». «Παιδιά, αδέλφια μου, λίγο νερό, πνίγομαι. Αχ τι είδανε τα μάτια μου». Και μας έλεγε αυτά που σας λέγω εγώ. ’ξαφνα ξανανοίγει η πόρτα, μπαίνουν οι Γερμανοί. Είχανε κάνει λάθος στο μέτρημα γιατί διάβασαν δυο φορές Πολυδωρόπουλος. Μπερδεύτηκαν, ήταν ξαδέλφια. Τον ξαναπήραν, τον πήγαν στον τόπο και για δεύτερη φορά εκτελέστηκε. Εάν δεν είχε γίνει το λάθος δεν θα ξέραμε τις λεπτομέρειες της τραγικής αυτής εκτέλεσης. Πού βρέθηκε αυτή η ψυχή; Όλοι σκυμμένοι όταν άκουγαν το όνομά τους έλεγαν, «μην πεις στη μάνα μου ότι εκτελέστηκα» άλλος στην αδελφή, άλλος στη γυναίκα του, τα παιδιά. Όλοι αυτό έλεγαν «μην πείτε τίποτα, πέστε ότι μας πήραν ομήρους εργάτες στη Γερμανία». Και ξαφνικά, όταν έφτασαν μπροστά στο μεγάλο τάφο αλυσοδεμένοι, φούντωσε μέσα τους αυτό που λέγεται ιδέα, πατρίδα. Όχι ορέ, δεν σας φοβόμαστε, είμαστε πατριώτες πολεμιστές για την πατρίδα μας. Ζήτω η Ελλάδα, «σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή».
Η ΠΑΤΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗBKS.0198501BKS.0198501ΜΟΣΧΟΣ ΓΙΩΓΟΣΜΟΣΧΟΣ ΓΙΩΓΟΣΙΣΤΟΡΙΚΑΚατηγορία: ΙΣΤΟΡΙΚΑ •ΜΟΣΧΟΣ ΓΙΩΓΟΣ στην κατηγορία ΙΣΤΟΡΙΚΑ ISBN: 978-960-6628-78-8 Συγγραφέας: ΜΟΣΧΟΣ ΓΙΩΓΟΣ Εκδοτικός οίκος: ΠΙΚΡΑΜΕΝΟΣ Σελίδες: 510 Διαστάσεις: 17Χ24 Ημερομηνία Έκδοσης: Ιούλιος 2016 Φωνάζει ένας: «Σαν να άκουσα μέσα στο γραφείο αλυσίδες». «Σε λίγο θα βγει ο ήλιος» λέει ένας άλλος. Ανοίγει επιτέλους η πόρτα και μπαίνουν στην αρχή του θαλάμου ένας αξιωματικός των Ες Ες, δυο Γερμανοί, ο λοχίας και ένας διερμηνέας, ο οποίος λέει: «Όποιος ακούσει το όνομά του να περάσει μέσα στο γραφείο». Αρχίζουν, απ' ό, τι θυμάμαι, Γιώργος Μαντέλης, Νίκος Πολυμερόπουλος, Δημήτριος Πολυδωρόπουλος, Χρήστος Πολυδωρόπουλος (πρώτα ξαδέλφια). Μέσα στο γραφείο τρεις τρεις τους έβαζαν στα χέρια τις αλυσίδες. Ένας στη μέση και από δεξιά κι αριστερά τους έδεναν και τους έβαζαν στα φορτηγά με τέντες. Τους οδήγησαν εκεί και ένας αξιωματικός τους λέει διαβάζοντας, ότι «εμείς ήλθαμε σαν φίλοι, εσείς καθημερινά μας σκοτώνετε. Αυτή η απόφαση δεν είναι σημερινή, είναι παλιά. Είχαμε στείλει τα ονόματά σας για αμνηστία στην Μεραρχία. Δυστυχώς δεν έγινε τίποτα, λυπούμαστε αλλά εσείς οι 30 θα εκτελεστείτε. Έχετε να πείτε τίποτα;» Και τότε αρχίζει ο Γαμβέτας να τραγουδάει δυνατά, «σε γνωρίζω από την κόψη...». Τον ακούγαμε βουβά. Απόλυτη, νεκρική σιγή. Απότομα θόρυβος, ανοίγει η πόρτα και σπρώχνουν μέσα τον Δημήτρη Πολυδωρόπουλο, μπρούμυτα. Όλοι επάνω του. «Τι έγινε ρε Μήτσο; Πες μας». «Παιδιά, αδέλφια μου, λίγο νερό, πνίγομαι. Αχ τι είδανε τα μάτια μου». Και μας έλεγε αυτά που σας λέγω εγώ. ’ξαφνα ξανανοίγει η πόρτα, μπαίνουν οι Γερμανοί. Είχανε κάνει λάθος στο μέτρημα γιατί διάβασαν δυο φορές Πολυδωρόπουλος. Μπερδεύτηκαν, ήταν ξαδέλφια. Τον ξαναπήραν, τον πήγαν στον τόπο και για δεύτερη φορά εκτελέστηκε. Εάν δεν είχε γίνει το λάθος δεν θα ξέραμε τις λεπτομέρειες της τραγικής αυτής εκτέλεσης. Πού βρέθηκε αυτή η ψυχή; Όλοι σκυμμένοι όταν άκουγαν το όνομά τους έλεγαν, «μην πεις στη μάνα μου ότι εκτελέστηκα» άλλος στην αδελφή, άλλος στη γυναίκα του, τα παιδιά. Όλοι αυτό έλεγαν «μην πείτε τίποτα, πέστε ότι μας πήραν ομήρους εργάτες στη Γερμανία». Και ξαφνικά, όταν έφτασαν μπροστά στο μεγάλο τάφο αλυσοδεμένοι, φούντωσε μέσα τους αυτό που λέγεται ιδέα, πατρίδα. Όχι ορέ, δεν σας φοβόμαστε, είμαστε πατριώτες πολεμιστές για την πατρίδα μας. Ζήτω η Ελλάδα, «σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή». Η ΠΑΤΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης, την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Δείτε τους ανανεωμένους όρους χρήσης για την προστασία δεδομένων και τα cookies. ΠληροφορίεςΡυθμίσειςΑπόρριψηΑποδοχή
Αναγκαία-Λειτουργικότητας: Τα αναγκαία cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία της ιστοσελίδας μας επιτρέποντάς σας να κάνετε περιήγηση και να χρησιμοποιήσετε τις λειτουργίες της. Αυτά τα cookies δεν αναγνωρίζουν την ατομική σας ταυτότητα. Χωρίς αυτά τα cookies, δεν μπορούμε να προσφέρουμε αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας.
Επιδόσεων: Τα cookies αυτά συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που ανώνυμα οι επισκέπτες χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα μας, για παράδειγμα, ποιές σελίδες έχουν τις πιο συχνές επισκέψεις.
Διαφήμισης: Αυτά τα cookies χρησιμοποιούνται για την παροχή περιεχομένου, που ταιριάζει περισσότερο στα ενδιαφέροντά σας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή στοχευμένης διαφήμισης/προσφορών ή την μέτρηση αποτελεσματικότητας μιας διαφημιστικής καμπάνιας. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουμε ποια ηλεκτρονικά κανάλια marketing είναι πιο αποτελεσματικά.
Αποθήκευση