ISBN: 978-960 -6760-23-5 Συγγραφέας: ΑΣΤΟΝ ΤΟΜΑΣ Εκδοτικός οίκος: ΤΟΠΟΣ Μετάφραση: ΓΟΛΕΜΗ ΑΣΠΑ Σελίδες: 199 Ημερομηνία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2007 Το έργο πρωτοεκδόθηκε στην Αγγλία το 1948. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος είχε τελειώσει, ο ψυχρός πόλεμος μόλις άρχιζε. Οι διανοούμενοι και οι επιστήμονες συμμετέχουν εξ αντικειμένου στην έντονη ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση, που ανακύπτει από τη σύγκρουση των δύο κόσμων. Ο καπιταλισμός, η κοινωνική του διάσταση και η ιστορική εξέλιξή του βρίσκονται στο επίκεντρο της διαμάχης και κατά συνέπεια και η συζήτηση για τη Βιομηχανική Επανάσταση. Ο συγγραφέας στο κείμενό του έδωσε έμφαση στη βαθιά αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων που συνέβαλαν στην εμφάνιση του φαινομένου: η πληθυσμιακή αύξηση που διόγκωσε τις καταναλωτικές απαιτήσεις για διατροφή, η συσσώρευση του κεφαλαίου στους ιδιώτες και το χαμηλό κόστος του χρήματος που διευκόλυνε τις επενδυτικές τάσεις στους κρίσιμους κλάδους της βιομηχανίας, η συμβολή της τεχνολογίας και των σκωτσέζων τεχνικών, μια συνιστώσα που έχει τις ρίζες της στην αξιοποίηση -σε μεγάλο βαθμό-ήδη επεξεργασμένων θεωριών. Ο Ashton επέμεινε σε όλη την έκταση του έργου του στη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις ξεχωριστές ευνοϊκές μεταβλητές (θεωρία-τεχνολογία, συσσωρευμένη εμπειρική γνώση, κεφάλαιο, χρονική συγκυρία), αποκλείοντας το «τυχαίο» στην εμφάνιση της Βιομηχανικής Επανάστασης. Υπό αυτή την έννοια ο Ashton πρότεινε ένα πλαίσιο ανάλυσης, καθορίζοντας και τη διαδρομή μέσα στην οποία κινήθηκαν μεταγενέστεροι οικονομικοί ιστορικοί. Πράγματι, μετά το 1948 το έργο του Ashton αποτέλεσε βιβλίο αναφοράς για τη βρετανική εκβιομηχάνιση, αφού κανείς δεν μπορούσε να παραβλέψει τη Βιομηχανική Επανάσταση. Ο φιλελεύθερος Ashton κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σε κάθε περίπτωση, και πέρα από τις επιμέρους αρνητικές συνέπειες, η Βιομηχανική Επανάσταση είχε ευοίωνα αποτελέσματα και για τον κόσμο του κεφαλαίου και για τον κόσμο της εργασίας. Σε αυτό το σημείο προέκυψε και η κριτική προς το έργο του από τους λεγόμενους «απαισιόδοξους» ιστορικούς, εκείνους που -όχι άδικα- τείνουν να προβάλλουν τις καταστροφικές συνέπειες για το περιβάλλον από την ανάπτυξη του καπιταλισμού, καθώς επίσης την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Η διένεξη των δύο σχολών και η ανάδειξη των φιλοσοφικών θεωρήσεων για την ερμηνεία των συνεπειών του φαινομένου της Βιομηχανικής Επανάστασης που τις διαχωρίζει επέβαλε τον Ashton ως έναν επιφανή απολογητή της και του καπιταλιστικού συστήματος γενικότερα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το έργο του διαθέτει ιδιαίτερη ερμηνευτική αξία. Στο μέτρο που ο ουσιαστικός επιστημονικός διάλογος κινείται -ορθά και ευτυχώς- εκτός του περιτειχίσματος των ιδεολογικών καταναγκασμών, η γνωριμία και επικοινωνία με το έργο του Ashton μοιάζει επιβεβλημένη. Γι' αυτούς ακριβώς τους λόγους επιλέξαμε τη Βιομηχανική Επανάσταση του Ashton ως αφετηρία της σειράς «Ιστορία» των εκδόσεων «Τόπος»: για να αναδείξουμε τη σημαντικότητα ενός κλασικού έργου. Δεν παραβλέπουμε ότι υπάρχουν νεότερες μελέτες οι οποίες ανατρέπουν σε ορισμένο βαθμό συμπεράσματα που προβάλλει ο Ashton μέσα στις γραμμές του βιβλίου του. Αυτό ωστόσο δεν μειώνει, αλλά αντιθέτως ενισχύει, την ερμηνευτική διάσταση του έργου, τη συμβολή του στη διεύρυνση της σκέψης μας. Επιπλέον, ο Ashton έχει το χάρισμα του διεισδυτικού και γοητευτικού λόγου, γεγονός που προσδίδει στο βιβλίο του την άνεση της ανάγνωσης από ένα ευρύτερο κοινό, πέρα από τους φοιτητές ή τους ερευνητές των κοινωνικών επιστημών. Ο συγγραφέας παρέδωσε στις νεότερες γενιές ένα σπουδαίο εργαλείο στοχασμού -αυτό είναι η Βιομηχανική Επανάσταση.
|